- φαληρικόν
- φαληρικόςPhalerummasc acc sgφαληρικόςPhalerumneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φαληρικόν — Φαληρικός Phalerum masc acc sg Φαληρικός Phalerum neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
АТТИКА — • Attĭca, ή Άττική (от ακτή, вместо ακτική), называлась раньше также Άκτή, «прибрежная страна», а у поэтов Μοψοπία, или Ίωνία, или Ποσειδωνια и была важнейшей из 8 областей, составлявших собственную (среднюю) Элладу. Она имела форму … Реальный словарь классических древностей
Φάληρο(ν) — Παράλιος δήμος της αρχαίας Αττικής και λιμάνι του αθηναϊκού άστεως. Πριν από τους Περσικούς πολέμους, οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν ως λιμάνι μόνο τη ΝΑ γωνία του Φαληρικού κόλπου. Ο δήμος ανήκε στην Αιαντίδα φυλή και το λιμάνι είχε το πλεονέκτημα… … Dictionary of Greek